Ενότητα 3
Ευθύς-πλάγιος
λόγος
Στο παρακάτω χωρίο του κειμένου ο συγγραφέας επιλέγει να χρησιμοποιήσει
ως αφηγηματικό τρόπο τον διάλογο ανάμεσα στους δύο κεντρικούς ήρωες.
Χρησιμοποιώντας τα στοιχεία του συγκεκριμένου τμήματος μετατρέψτε το διαλογικό μέρος
σε συνεχή αφηγηματικό λόγο.
− Δασκάλισσά μου, εμείς οι χωριανοί
τα λέμε ίσια τα πράματα. Θα σας έλεγα και μια άλλη αλήθεια, α δε φοβούμουν πως
ίσως το πάρετε άσκημα.
− Σαν τι αλήθεια; του κάνει η
Αγγέλικα, και πάει ένα βήμα κοντύτερά του.
− Πως είναι μια ψυχή στο χωριό που
πάει να τρελαθεί με τα σάς.
− Καλέ τι μου λες! Και ποια να
είναι, να σε χαρώ, αυτή η ψυχή; πες μου το τώρα που δε μας ακού και κανένας.
− Κι α θυμώσετε;
− Σου το τάζω πως δε θυμώνω, όποιος
κι αν είναι. Γιατί να θυμώσω;
− Καλά, να σας το πω το λοιπόν.
Είναι ένας, που δεν είναι γέρος, δεν είναι και φτωχός. Δεν ξέρει πολλά
γράμματα, είδε όμως στον καιρό του λιγάκι κόσμο. Έξω την έμαθε την τέχνη του.
Είναι λοιπόν και τεχνίτης. Δεν ξέρει να λέει τον πόνο του σα βιβλίο, ξέρει όμως
να τον τραγουδάει σαν το πουλί μες στα δάση. Δεν ξέρει να χαιρετάει φράγκικα,
μα ξέρει ν' αγαπά και να χαδεύει ρωμαίικα.
− Και τ’ όνομά του; ρωτάει η
Αγγέλικα χτυπώντας το ποδαράκι της.
− Δεν μπορώ να το πω τ’ όνομά του δεν
αποκοτώ. Και σταμάτησε ο Μυζήθρας.
− Να είναι έτσι αψηλός, νόστιμος,
παλικαράς, γλυκομίλητος; ρωτάει πάλι η Αγγέλικα γελώντας.
− Δεν μπορώ, δεν μπορώ να σας πω.
Πάει να σβήσει ο νους μου σαν αυτό το λυχνάρι. Και βάζει το λυχνάρι σ' ένα
θρανί, και κοιτάζει χάμω συλλογισμένος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου