Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Δευτέρα 28 Οκτωβρίου 2019


     ΚΩΣΤΑ ΤΑΧΤΣΗ, «Κι έχουμε πόλεμο!»

·         Το μυθιστόρημα του Κώστα Ταχτσή με τον τίτλο ΤΟ ΤΡΙΤΟ ΣΤΕΦΑΝΙ είναι ένας εσωτερικός μονόλογος της πρωταγωνίστριας Νίνας που αποσκοπεί στον να τη βοηθήσει να βάλει σε τάξη σκέψεις και συναισθήματα.
·         Αφηγήτρια στο απόσπασμα είναι η Νίνα, μια πενηντάχρονη γυναίκα, παντρεμένη στον τρίτο της γάμο, η οποία αναπολεί τη ζωής της. Η αφήγησή της είναι γεμάτη από μνήμες και εικόνες του παρελθόντος. Η σκέψη της ανατρέχει στο παρελθόν, σε καταστάσεις και γεγονότα που υπήρξαν καταλυτικά για την ίδια και συνέβαλλαν στο να πάρει η ζωή της τη συγκεκριμένη τροπή.
·         Η Νίνα αφηγείται τη δικής της ζωή αλλά παράλληλα αφηγείται και τη ζωή της δεύτερης πρωταγωνίστριας του έργου, της Εκάβης, είτε µέσα από περιγραφές είτε µέσα από τον ίδιο το λόγο της Εκάβης.
·         Το συγκεκριμένο απόσπασμα δείχνει τις αντιδράσεις των μελών της οικογένειάς της και του κοινωνικού της περίγυρου, την περίοδο της έκρηξης του πολέμου του 1940.
·         Παρουσιάζονται οι ιδιωτικές όψεις μιας κορυφαίας ιστορικής στιγμής, όψεις αθέατες για τους μεταγενέστερους
·         Οι πρωταγωνιστές του κειμένου δεν είναι σε θέση να συνειδητοποιήσουν ακόμα την τραγικότητα των περιστάσεων γιατί αιφνιδιάζονται από τα γεγονότα. Οι αντιδράσεις τους έχουν ποικίλες και διαφορετικές διακυμάνσεις, από δραματικές μέχρι κωμικές 
·         Ο προφορικός λόγος της αφήγησης είναι χειμαρρώδης και παρακολουθεί τις συναισθηματικές μεταβολές της Νίνας, εστιάζοντας με εξαιρετική παρατηρητικότητα στις πιο μικροσκοπικές λεπτομέρειες. Η αρετή αυτή αποτελεί το κορυφαίο επίτευγμα στο μυθιστόρημα του Κώστα Ταχτσή.
·         Η αφήγηση σε πρώτο πρόσωπο από την βασική ηρωίδα του έργου, τη Νίνα, δίνει στο κείµενο µία αµεσότητα και μοιάζει σαν να πραγµατοποιεί κάποιος µία συνέντευξη µε ένα πραγµατικό άτοµο.
·         Οι εικόνες είναι τόσο ζωντανές και ρεαλιστικές, και μέρη, πρόσωπα, κοινωνικοπολιτικά γεγονότα περιγράφονται με τόση ακρίβεια και λεπτομέρεια που έχει κανείς την εντύπωση ότι ξετυλίγονται τώρα μπροστά στα μάτια του. Στην πραγματικότητα πρόκειται για συνεχές flash back (αναδρομή στο παρελθόν) που εκτυλίσσεται μέσα στη σκέψη της Νίνας.
·         Η κυρά Εκάβη, ο δεύτερος σημαντικός χαρακτήρας του έργου του Ταχτσή, είναι ο άνθρωπος με τον οποίο η Νίνα είχε αναπτύξει μια εξαιρετικά φιλική και μοναδική σχέση. Εκτός από φίλη της υπήρξε και πεθερά της αργότερα. Ήταν και οι δύο γυναίκες δυναμικές, γεμάτες ζωντάνια και πείσμα για να καταφέρουν να μην υποκύψουν στις δυσκολίες της ζωής.
·         Στο κείμενο ιδιαίτερη εντύπωση προκαλεί η ιδεολογική μεταστροφή του Αντώνη, συζύγου της Νίνας. Ο Αντώνης ήταν ο δεύτερος σύζυγος της Νίνας.

ΣΧΕΔΙΑΓΡΑΜΑ

ΘΕΜΑ: Σκιαγράφηση των αντιδράσεων των μελών μιας μικροαστικής αθηναϊκής οικογένειας, καθώς και προσώπων του κοινωνικού της περίγυρου, την κρίσιμη στιγμή της έκρηξης του πολέμου του 1940.
ΕΝΟΤΗΤΕΣ:
1Η ΕΝΟΤΗΤΑ: «Η Κασιμάτη… να μείνουμε ουδέτεροι»: Πολιτική συζήτηση παραμονές πολέμου.
2Η ΕΝΟΤΗΤΑ: «Μα κανένας μας… ούτε ήθελα να φανταστώ το μέλλον»: Οι σειρήνες του πολέμου ηχούν.
3Η ΕΝΟΤΗΤΑ: «Πάνω στην ώρα… δε με νοιάζει για τίποτα»: Οι αντιδράσεις των προσώπων.
ΤΕΧΝΙΚΗ:
-          Αφήγηση σε α’ ενικό πρόσωπο.
-          Παρεμβάλλεται η γ’ πρόσωπη αφήγηση του συγγραφέα, που έχει πρόθεση να αυτοβιογραφηθεί, όμως η συμμετοχή του είναι μηδαμινή.
-          Διάλογοι ζωντανοί και φυσικοί που έχουν την αίσθηση του προφορικού λόγου.
-          Εσωτερικός Μονόλογος: η Νίνα εκφράζει τις σκέψεις της και τον προβληματισμό της.

ΓΛΩΣΣΑ: Δημοτική, χειμαρρώδης και με τη ζωντάνια του προφορικού λόγου.
ΎΦΟΣ: Οικείο, προσιτό.
ΕΚΦΡΑΣΤΙΚΑ ΜΕΣΑ: Παρομοιώσεις.
ΙΔΕΕΣ – ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΑ:
-          Παρατηρούμε τις προσωπικές και συλλογικές αντιδράσεις μπροστά στην έκρηξη του πολέμου του 1940.
-          Ισχυρό θεματικό κέντρο είναι η ανίχνευση του πατριωτικού αισθήματος.
-          Προτέρημα του κειμένου είναι η προφορικότητα και η αμεσότητα.  

                                 





Σάββατο 16 Φεβρουαρίου 2019



"Βράδυ''

Η στιχουργική του ποιήματος
Το ποίημα είναι γραμμένο σε αναπαιστικό μέτρο[1]. Ο πρώτος και ο τρίτος στίχος κάθε στροφής έχουν από 14 συλλαβές, ενώ ο δεύτερος και ο τέταρτος στοίχος έχουν από 7 συλλαβές. Η ομοιοκαταληξία είναι πλεκτή[2]. Πολύ φροντισμένη στιχουργία, χωρίζεται σε τρεις τετράστιχες στροφές.

Ο αφηγητής
Η οπτική γωνία είναι αυτή του πρώτου προσώπου (αυτοδιηγητικός αφηγητής), όπως φαίνεται και από την χρήση της αντωνυμίας «μου». Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με το ότι ο ποιητής-αφηγητής μάς εμπιστεύεται της πιο προσωπικές του σκέψεις, δίνει στο ποίημα έναν τόνο εξομολογητικό.
Το θέμα του ποιήματος είναι το βράδυ που πέφτει και βρίσκεται σε άμεση συνάρτηση με την ψυχική του διάθεση.

Ο συμβολισμός της λέξης «βράδυ» στο ποίημα

Η λέξη «βράδυ», αν και απαντά μία και μοναδική φορά στο τέλος του κείμενου, εντούτοις δίνει τον τίτλο στο ποίημα, γεγονός που φανερώνει ότι έχει τη μεγαλύτερη βαρύτητα στο νου του ποιητή. Συμβολίζει τη μελαγχολία, την απαισιοδοξία, την αίσθηση ότι η ζωή τελειώνει χωρίς να έχει κανένα ουσιαστικό νόημα. Τα εκφραστικά μέσα που χρησιμοποιεί ο ποιητής είναι οι μεταφορές, το ασύνδετο (δύο τελευταίοι στίχοι), ενώ τα αποσιωπητικά στο τέλος υποδηλώνουν τα ανολοκλήρωτα όνειρα του ποιητή μας.
ΟΙ ΥΠΟΒΛΗΤΙΚΕΣ ΕΙΚΟΝΕΣ
Το ποίημα, οι σκέψεις του ποιητή ξεδιπλώνονται μπροστά μας μέσα από μια σειρά υποβλητικών εικόνων και μας κάνουν μέτοχους στα συναισθήματά του.
1.     Η πρώτη εικόνα (οπτικοακουστική) εξελίσσεται σε χώρο  άγνωστο. Αναφέρονται τα παιδιά που παίζουν ένα ανοιξιάτικο δειλινό και οι παιδικές τους φωνές που φτάνουν στ’ αφτιά του ποιητή απομακρυσμένες. Η εικόνα αποδίδει το συναίσθημα της απώλειας που το κάνει πιο έντονο η ώρα του δειλινού.
2.       Η δεύτερη εικόνα είναι το αεράκι που ψιθυρίζει λόγια χαϊδεύοντας τα πέταλα των ρόδων. Η μελαγχολία είναι φανερή αφού φανερή είναι και η έλλειψη ανθρώπινης παρουσίας.
3.       Η τρίτη εικόνα είναι το άδειο δωμάτιο του ποιητή με τα ανοιχτά παράθυρα. Κι εδώ είναι φανερή η ανθρώπινη απουσία. Το άδειο δωμάτιο μπορεί να συμβολίζει την άδεια ζωή του ποιητή, το αίσθημα του κενού και τη συναισθηματική του αποξένωση. Ίσως, όμως, τα ανοιχτά παράθυρα να είναι μια προσπάθειά του –ασυνείδητη-να δεχτεί το καινούριο, αλλά και να προσεγγίσει τον «άλλο», ίσως τα ανοιχτά παράθυρα να κομίζουν μια ελπίδα…
4.       Η επόμενη εικόνα είναι το τρένο που έρχεται από μια άγνωστη χώρα. Το τρένο μας παραπέμπει σε αποχωρισμούς που αφήνουν πίσω τους την πικρή αίσθηση της απώλειας.
5.       Η πέμπτη εικόνα είναι οι καμπάνες που χτυπάνε και ο ήχος τους που σταδιακά σβήνει.
6.       Η γενική εικόνα ,τέλος, είναι το σκοτάδι που πέφτει στην πόλη, στα πρόσωπα , στον ουρανό.

Όλες οι εικόνες του ποιήματος μας παραπέμπουν σε αισθήματα μελαγχολίας, μοναξιάς, πικρίας, απώλειας, αποξένωσης…

Σύγκριση με το ποίημα του Ζυλ Λαφόργκ, «Μοιρολόι φεγγαριού στην επαρχία»
Στο ποίημα το φεγγάρι, τελείως απομυθοποιημένο γίνεται μάρτυρας του ψυχικού μαρτυρίου του ποιητή. Το όμορφο και χρυσό φεγγάρι αλλά και οι χρυσές νύχτες δεν ακούνε το παράπονο του ποιητή. Το φεγγάρι (χοντρό πιθάρι και γριά με μπαμπάκια στ’ αυτιά), μένει ψυχρό και ατάραχο ενώ αυτός αισθάνεται θανάσιμα μόνος. Όπως ακριβώς και στο «Βράδυ» του Καρυωτάκη, όπου οι ομορφιές του εξωτερικού κόσμου δεν καταφέρνουν να χαρίσουν μια νότα χαράς στον εσωτερικό του κόσμο και να παρηγορήσουν τη θλίψη και τη μοναξιά του ποιητή.


[1]  ΑΝΑΠΑΙΣΤΙΚΟ ΜΈΤΡΟ
Το αναπαιστικό μέτρο αποτελείται από τρεις συλλαβές, από τις οποίες τονίζεται η τελευταία, ενώ οι δυο πρώτες είναι άτονες (υυ_). (Τραγουδώντας το ρυθμικά ακούγεται κάπως έτσι: νανανά – νανανά – νανανά)

[2] πλεχτή : μέσα σ’ ένα τετράστιχο, ο πρώτος με τον τρίτο και ο δεύτερος με τον τέταρτο.

Τρίτη 22 Ιανουαρίου 2019

Ο ΠΙΣΤΟΣ ΦΙΛΟΣ

ΚΕΙΜΕΝΑ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ Α' ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ: " Ο πιστός φίλος" του Oscar Wilde


ΟΣΚΑΡ ΟΥΑΪΛΝΤ « Ο πιστός φίλος»

Ο διδακτικός στόχος της ιστορίας είναι να "καταγγείλει"την υποκρισία μέσα από το παράδειγμα του πλούσιουμυλωνά, που θεωρητικά είναι ο πιστότερος φίλος του καλόψυχου αλλά αφελούς Χανς, ενώ στην πραγματικότητα κοιτάζει μόνο το συμφέρον του. Ο μυλωνάς προβάλλει στον εαυτό του και στους άλλους μια σειρά λογικοφανή επιχειρήματα προκειμένου να παρουσιάσει ως γνησίως "φιλική" τη συμπεριφορά τουαπέναντι στο μικρούλη Χανς.Η ιδέα στηρίζεται στην αντίθεση μεταξύ αληθινού -πλαστού και παρουσιάζει την τριμερή δομή τουπαραμυθιού : αρχή-μέση –τέλος

ΧΑΡΑΚΤΗΡΕΣ σχηματικοί (καλός/κακός) χωρίς άλλα ιδιαίτερα ατομικά χαρακτηριστικά. Χανς:
γενναιόδωρος, καλοσυνάτος, ανιδιοτελής,αλτρουιστής, εργατικός, ακούραστος να προσφέρειυπηρεσίες, αφελής.
Μυλωνάς:
ΥΠΟΚΡΙΤΗΣ,εγωιστής, αχάριστος, όλο παχιά λόγια, σκληρός, κυνικός, εκμεταλλευτής, πονηρός,συμφεροντολόγος, μικρόψυχος, εκβιάζει ψυχολογικά, τον κάνει να νιώθει υποχρεωμένος για ένα δώρο που δεν του έκανε τελικά ποτέ, όσο άχρηστο και αν του ήταν .

Ο αθώος Χανς ανυποψίαστος αφέθηκε να λεηλατηθεί ή μάλλον να κατασπαραχθεί από τον Χιου, το μυλωνά, ο οποίος σιγά και σταθερά τον απογύμνωνε από τα υπάρχοντά του με το πρόσχημα της φιλίας, του έκλεψε την καρδιά, έγινε αίτιος του θανάτου του, προς τον οποίο ο καημένος ο Χανς βάδισε για χάρη του φίλου του.Το διήγημα αυτό φέρει όλα εκείνα που χαρακτηρίζουντον σπουδαίο Ιρλανδό συγγραφέα, όπως λεπτή και μόλις διακρινόμενη ειρωνεία, παράπονο σαν κατακάθι, λάμψεις καλοσύνης, λόγο άφθαστο και άφθαρτο, εικόνες τηςαληθινής ζωής, αγάπη στον πάσχοντα, λατρεία στη φύση.

Αφηγητής:
δεν συμμετέχει στα γεγονότα.
Αφήγηση:
γ΄  πρόσωπη
Αφηγηματικοί τρόποι:
Αφήγηση, διάλογος και λίγοιμονόλογοι. Οι διάλογοι βοηθούν στο να αποκαλυφθεί ηαντίθεση του καλού και του κακού που κυριαρχεί σε όλο τοπαραμύθι: η αλήθεια και η υποκρισία.
Τόπος και χρόνος
είναι αόριστοι. Από τον τρόπο ζωής των ηρώων και τις συνθήκες που επικρατούν καταλαβαίνουμε ότι είναι την "παλιά εποχή". Ο χρόνος κυλάει γραμμικά,χωρίς αναδρομές στο παρελθόν. Ο τόπος που διαδραματίζονται τα γεγονότα είναι επίσης αόριστος.
Γλώσσα:
απλή δημοτική,
 Ύφος
απλό με ειρωνικό τόνο.
Εκφραστικά μέσα:
Επίθετα μεταφορές και εικόνες


Το τραγικό τέλος της ιστορίας δεν είναι χαρακτηριστικό γνώρισμα των παραμυθιών που συνήθως έχουν happy end. Διδάσκει ωστόσο ότι η συνεχής υποχωρητικότητα στις απαιτήσεις των άλλων και η ευπιστία στη γνησιότητα των αισθημάτων τους, οδηγεί συχνά στην αδιάντροπη εκμετάλλευση, την αναλγησία, την αχαριστία και την απανθρωπιά.Σκέψη παράλογη, σχεδόν σουρρεαλιστική. Αντιστρέφει τη λογική παρουσιάζοντας τον εαυτό του θύμα της"γενναιοδωρίας" του για ένα άχρηστο καροτσάκι που ποτέ δεν έδωσε! Τώρα δεν έχει πώς να το ξεφορτωθεί και παρουσιάζει τον εαυτό του ως αξιολύπητο για το γεγονός αυτό. Δεν θα ξαναχαρίσει τίποτε ενώ ποτέ δεν χάρισε τίποτε!!.

Σταυρούλα http://filologikesidees.blogspot.com/2013/11/oscar-wilde.html

Σάββατο 19 Ιανουαρίου 2019

O ΤΥΠΟΣ ΚΑΙ Η ΟΥΣΙΑ


Γρηγόριος Ξενόπουλος, Ο ΤΥΠΟΣ ΚΑΙ Η ΟΥΣΙΑ

ΘΕΜΑ: είναι ο διορισμός του  Επτανήσιου Δαρέζη ως επάρχου στην Πελοπόννησο, η επιμονή του στην τήρηση των τύπων και η αδυναμία του να συμβιβαστεί με τις αντιλήψεις που ίσχυαν στο νεοσύστατο ελληνικό κράτος. Το ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ είναι κοινωνικό, ψυχογραφικό (=εμβαθύνει σε χαρακτήρες) και σατιρικό.
*  Δομή:
     * 1η εν.Ο διορισμός του Δαρέζη ως επάρχου, οι φιλοδοξίες του και οι προσδοκίες του για αναγνώριση της υψηλής του θέσης. 
         2η εν. Η συνάντηση του Δαρέζη με τον νομάρχη και η πρώτη απογοήτευση.
*    3η εν. Η μάταιη προσδοκία του Δαρέζη για τιμητικό σινιάλο στο καράβι.
*    4η εν.  Η συνάντηση και η συνομιλία με τον καπετάνιο του πλοίου και η δεύτερη διάψευση των προσδοκιών του.
*    5η εν. Η επιστροφή του Δαρέζη στο νησί και η παραίτησή του από το αξίωμα  του επάρχου.
*    Θεματικά κέντρα:
* Η διαφορά πολιτισμικού επιπέδου μεταξύ Επτανήσων και Παλαιάς Ελλάδας.
* Η παρουσίαση ενός ιδιότυπου γραφικού χαρακτήρα.
* Τι σημαίνουν οι τύποι για κάθε πρόσωπο του διηγήματος.

*  Τεχνική της αφήγησης:
*    Η αφήγηση είναι χρονολογική (γραμμική: τα γεγονότα αναφέρονται με τη σειρά που διαδραματίστηκαν, με τη φυσική τους σειρά) Ο αφηγητής είναι αμέτοχος στην ιστορία ,παντογνώστης, τριτοπρόσωπος, δεν συμμετέχει στα γεγονότα (ετεροδιηγητικός – αφήγηση με μηδενική εστίαση). Μόνο προς το τέλος της ιστορίας κάνει αισθητή την παρουσία του «Εγώ όμως υποθέτω…..»
*    Η Γλώσσα του κειμένου είναι απλή δημοτική και αποδίδει με εύστοχη ειρωνεία τις καταστάσεις που έχουν σχέση με τη συμπεριφορά και την αριστοκρατική νοοτροπία του Δαρέζη. Οι επτανησιακές ιδιωματικές λέξεις που χρησιμοποιεί σε διάφορα σημεία του κειμένου καθώς και τα «δάνεια» από ευρωπαϊκές γλώσσες, δε δυσκολεύουν το σύγχρονο αναγνώστη, ενώ οι διάλογοι με τη φυσικότητα και τα πολλά σημεία στίξης (ερωτηματικά, θαυμαστικά και αποσιωπητικά) δίνουν ποικιλία, φυσικότητα, ζωντάνια και προφορικότητα στο λόγο καθώς και θεατρική διάσταση στο διήγημα.
*    Παρατηρούνται τα στοιχεία της προφορικής αφήγησης (ο αφηγητής διακόπτει το λόγο για να απευθυνθεί στους αναγνώστες) και της μίμησης (μεταφέρει με διάλογο τα λόγια των ηρώων).
*    Ο χώρος στον οποίο διαδραματίζονται τα γεγονότα είναι η Κέρκυρα και το πλοίο της γραμμής προς το Μοριά.
*    Ο χρόνος της ιστορίας προσδιορίζεται με τη φράση Όταν ενώθηκε η Επτάνησο με την Ελλάδα (αυτή έγινε το 1864). Η ιστορία λοιπόν της αφήγησης αρχικά αναφέρεται στο χρονικό διάστημα πριν το 1864 (στην καριέρα του Δαρέζη ως δικαστή) και στη συνέχεια στο διάστημα μετά το 1864.
ΣΤΟΧΟΣ του συγγραφέα είναι να παρουσιάσει την αδυναμία που είχαν οι προηγμένοι πολιτισμικά Επτανήσιοι αριστοκράτες που ασκούσαν τη διοίκηση στα χρόνια της Αγγλοκρατίας να εγκαταλείψουν την τυπολατρία και να προσαρμοστούν στην απλότητα που απαιτούσε το νεοσύστατο ελληνικό κράτος.

ΤΡΟΠΟΣ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗΣ ΠΡΟΣΩΠΩΝ
Ο συγγραφέας χρησιμοποιεί τη ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΜΕΘΟΔΟ, παρουσιάζοντας τους χαρακτήρες των προσώπων μέσα από τη συμπεριφορά τους, δηλαδή μέσα από όσα κάνουν και από όσα λένε (ακόμα και από όσα σκέφτονται) τα ίδια τα πρόσωπα (δυναμική παρουσίαση). Με αυτή τη μέθοδο  ο αναγνώστης αφήνεται να σχηματίσει τη δική του γνώμη για το χαρακτήρα των προσώπων. Ωστόσο, σε πολλά σημεία δίνει και ο ίδιος χαρακτηρισμούς , χρησιμοποιώντας έτσι τη ΜΕΘΟΔΟ Της ΑΜΕΣΗΣ ΕΚΘΕΣΗΣ (στατική παρουσίαση).
ΤΑ ΠΡΟΣΩΠΑ
Ο ΔΑΡΕΖΗΣ ήταν αδιαμφισβήτητα θερμός πατριώτης, που επιθυμούσε τόσο πολύ να υπηρετήσει την πατρίδα του, ώστε αποφάσισε να εγκαταλείψει το δικαστικό του λειτούργημα και να αναλάβει ένα δημόσιο αξίωμα στο νεοσύστατο και ανοργάνωτο ελληνικό κράτος. Είναι ένας γνήσιος άρχοντας με αγγλική νοοτροπία και αριστοκρατικό ήθος, που δεν προσποιείται: πιστεύει στην αξία του και απαιτεί να του αποδίδουν  ανάλογες τιμές. Η τυπολατρία που τον χαρακτηρίζει τον κάνει γραφικό, επειδή οι μη Επτανήσιοι Έλληνες δεν είναι συνηθισμένοι σε τυπικότητες και ευγένειες, είναι κατώτεροι πολιτισμικά και προτεραιότητά τους είναι η ρεαλιστική αντιμετώπιση των ουσιαστικών προβλημάτων του κράτους τους.
Ο ΝΟΜΑΡΧΗΣ είναι ευγενικός, αν και δυσκολεύεται να κρύψει την ειρωνική του διάθεση. Ωστόσο, τον αντιμετωπίζει με υπηρεσιακή σοβαρότητα και τυπικότητα.
Ο ΚΑΠΕΤΑΝΙΟΣ παρουσιάζεται ως ο αντίποδας στην τυπικότητα και στην αριστοκρατική νοοτροπία του Δαρέζη, με την ακραία συμπεριφορά του αυθόρμητου, του ντόμπρου και μονοκόμματου ανθρώπου, που δίνει σημασία στην ουσία αγνοώντας τους τύπους, εκφράζοντας έτσι το μέσο Έλληνα της μετεπαναστατικής περιόδου.

Ο ΔΑΡΕΖΗΣ ΩΣ ΔΙΚΑΣΤΗΣ
Ο τρόπος που ασκούσε τα καθήκοντά του αποκαλύπτει την ξεχωριστή επαγγελματική του φυσιογνωμία. Είναι προσκολλημένος στο γράμμα του νόμου, σχολαστικός, έντιμος, ευσυνείδητος, σοβαρός, αξιοπρεπής, δίκαιος, ηθικός, υπεύθυνος, αυστηρός, αμερόληπτος –γενικά ένας άμεμπτος δικαστικός λειτουργός.
Η ΦΑΙΔΡΗ ΕΜΜΟΝΗ ΤΟΥ ΔΑΡΕΖΗ ΣΤΗΝ ΤΗΡΗΣΗ ΤΩΝ ΤΥΠΩΝ
Ο Δαρέζης είναι αντιπροσωπευτικός τύπος της επτανησιακής αριστοκρατίας. Έχει αφομοιώσει την αγγλική νοοτροπία, ανήκει στην ανώτερη κοινωνική τάξη και τηρεί τους τύπους, όπως αρμόζει στο πολιτισμικό του επίπεδο. Η απόδοση από αυτόν μεγάλης σημασίας στα αξιώματα και τους τύπους και η προσήλωσή του σ’αυτούς είναι μέρος της βιοθεωρίας του. Όμως, η απαίτησή του να τηρούν σχολαστικά τους τύπους και οι άνθρωποι που δεν έχουν την παιδεία και τον πολιτισμό των ανθρώπων του δικού του κύκλου και αδιαφορούν για τις τυπολατρικές εκδηλώσεις τον καθιστά μη σοβαρό πρόσωπο. Έτσι, ο Δαρέζης σκιαγραφείται με ειρωνική και σατιρική διάθεση ως γραφικός και φαιδρός τύπος.
Ο ΚΑΠΕΤΑΝΙΟΣ ΩΣ ΕΚΦΡΑΣΤΗΣ ΜΙΑΣ ΑΛΛΗΣ ΝΟΟΤΡΟΠΙΑΣ
Οι ουτοπικές (=απραγματοποίητες) προσδοκίες και οι ιδεαλιστικές αντιλήψεις του Δαρέζη, αντιπροσωπευτικού τύπου των ανεπτυγμένων πολιτισμικά αριστοκρατών των Επτανήσων, συγκρούονται με τις ρεαλιστικές αντιλήψεις που επικρατούν στο νεοσύστατο ελληνικό κράτος, των οποίων εκφραστής είναι ο καπετάνιος. Ο αφηγητής τον παρουσιάζει ως έναν από τους πιο ευθείς χαρακτήρες που δε δίνει καμία σημασία στους τύπους. Όμως , η ευθύτητα του χαρακτήρα του και η περιφρόνηση στους τύπους τον εκτρέπουν σε αγενείς εκδηλώσεις, που φανερώνουν έλλειψη πολιτισμού και δείχνουν τη διαφορά ανάμεσα στο υψηλό κοινωνικό και πολιτισμικό επίπεδο των Επτανησίων και στον τρόπο ζωής και τις αντιλήψεις που επικρατούσας στο ανοργάνωτο ακόμα ελληνικό κράτος. Παρακολουθώντας, λοιπόν, τη συμπεριφορά του απέναντι στο Δαρέζη επισημαίνουμε τα ακόλουθα:
-Είναι ειλικρινής και προσγειωμένος. Φέρεται αβίαστα, φυσικά, χωρίς προσποίηση ή τυπικότητες καθώς αντιμετωπίζει έναν ευγενή σαν ίσο του.
-Είναι είρωνας , αγενής και προσβλητικός.
Η ΠΑΡΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ ΔΑΡΕΖΗ
Ο Δαρέζης είναι ένας άνθρωπος με σταθερές αξίες και σαφείς αντιλήψεις, που αντανακλούν την κοινωνική και πολιτισμική του ανωτερότητα. Ζώντας στο κλειστό αριστοκρατικό περιβάλλον του νησιού του είχε διαμορφώσει μια συγκεκριμένη βιοθεωρία, μέσα στην οποία ο τύπος και η ουσία συνυπάρχουν αξεδιάλυτα. Είναι φυσικό λοιπόν να μη μπορεί να κατανοήσει ότι στο ελληνικό κράτος, που προσπαθεί να συγκροτηθεί, σημασία έχει μόνο η ουσία και παραμερίζονται ή αγνοούνται οι τυπολατρικές εκδηλώσεις.
Η επιδίωξή του να υπηρετήσει ως έπαρχος το ελληνικό κράτος τον φέρνουν αντιμέτωπο με μια σειρά από διαψεύσεις, οι οποίες τον αποθαρρύνουν, τον απογοητεύουν. Έτσι, νιώθει ξένο σώμα ανάμεσα σε ανθρώπους που δεν υπολογίζουν τους τύπους και δεν μπορεί να ανταποκριθεί στο ρόλο του, γιατί είναι αλλιώς μαθημένος και δεν μπορεί να αλλάξει νοοτροπία τώρα στα   γεράματα. Γι’ αυτό οδηγείται στην παραίτηση. Εγκαταλείπει, λοιπόν, τη φιλοδοξία του να προσφέρει τις υπηρεσίες του στο ελληνικό κράτος και αποφασίζει να ιδιωτεύσει επειδή θέλει να παραμείνει συνεπής στις αρχές του. Δεν πρόκειται δηλαδή για μια εμμονή που περιορίζεται στην αντιπαράθεση τύπου και ουσίας, αλλά για μια γενικότερη διάσταση δύο κόσμων. Ο κόσμος του είναι διαφορετικός και οι αντιλήψεις του ασύμβατες με την κοινωνική πραγματικότητα την οποία καλείται να υπηρετήσει και στην οποία θα ήταν υποχρεωμένος να προσαρμοστεί.
    Τα πράγματα θα είχαν διαφορετική εξέλιξη, αν ο Δαρέζης είχε διαφορετικές αντιλήψεις ή αν ήταν διατεθειμένος να παραμερίσει τις αρχές
του και τις τυπολατρικές αντιλήψεις του ή αν είχε συλλάβει τα μηνύματα από την πρώτη συνάντηση που είχε με το Νομάρχη. Έτσι, θα μπορούσε να προσπεράσει την απουσία επισημότητας στο καράβι και θα έφτανε στον προορισμό του διακριτικά και αθόρυβα. Όμως, και σ’ αυτή την  περίπτωση θα γινόταν συνεχώς εμφανής , στη διάρκεια της θητείας του στο νέο αξίωμα, η διαφορά αξιών ανάμεσα στο κοινωνικό σύστημα της επτανησιακής και της ελληνικής κοινωνίας και θα έπρεπε να παραβιάζει τις αρχές του, για να ασκεί τα καθήκοντά του απρόσκοπτα. Επομένως, η παραίτηση ήταν η καλύτερη λύση.